What Ever Happened To Baby Jane? / Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν; (1962)
Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν; (What Ever Happened To Baby Jane?) είναι ο τίτλος ψυχολογικού θρίλερ, παραγωγής 1962 σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Όλντριτς με πρωταγωνίστριες τις Μπέτι Ντέιβις και Τζόαν Κρόφορντ. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χένρι Φάρελ και τη διασκευή σεναρίου έκανε ο Λούκας Χέλερ.
Πλοκή: Η Μπέιμπι Τζέιν Χάτσον και η Μπλανς Χάτσον, είναι δυο αδελφές που μένουν μαζί σε μια ρημαγμένη έπαυλη του Χόλυγουντ με ζωντανές τις αναμνήσεις του παρελθόντος. Η πρώτη υπήρξε παιδί θαύμα και αστέρι της επιθεώρησης, αλλά δεν κατάφερε να έχει την ίδια επιτυχία μετά την ενηλικίωσή της και η δεύτερη υπήρξε μεγάλο αστέρι του Χόλιγουντ που αναγκάστηκε να αποσυρθεί στο μεταίχμιο της δόξας λόγω ενός ατυχήματος που την άφησε ανάπηρη και για το οποίο θεωρήθηκε υπεύθυνη η Μπέιμπι Τζέιν. Μετά το ατύχημα που άφησε τη Μπλανς καθηλωμένη σε αναπηρική καρέκλα, η αντιζηλία μεταξύ των δυο αδελφών λαμβάνει ομηρικές διαστάσεις καθώς η Τζέιν άρχισε σιγά σιγά να τρελαίνεται και να έχει τον έλεγχο πάνω στη ζωή της αδελφής της. Οταν η Τζέιν πληροφορείται ότι η αδελφή της σκοπεύει να την κλείσει σε ψυχιατρική κλινική, καταστρώνει σχέδιο εξόντωσης της. Δεν ξέρει όμως ότι η Μπλανς κρύβει ένα μεγάλο μυστικό που έχει να κάνει με τα πραγματικά γεγονότα του ατυχήματός της, το οποίο όταν βγει στην επιφάνεια πρόκειται να προκαλέσει τραγικές αλλαγές στη συμπεριφορά της Τζέιν.
Ο Ολντριτς αγγίζει τα δυσθεώρητα για το Χόλιγουντ εκείνης της εποχής όρια του γκροτέσκου, χτίζοντας γύρω από τις δύο πρωταγωνίστριες του ένα όργιο παρακμής, ψυχοπαθολογίας, bitchiness και τραγικωμωδίας που πραγματικά πρέπει να το δεις για να το πιστέψεις. Δεν είναι μόνο η τρομακτική μορφή της Μπέτι Ντέιβις που με διπλές και τριπλές στρώσεις μέικ-απ περιφέρεται στη γοτθική έπαυλη ως γερασμένη κούκλα και ταυτόχρονα αδίστακτη σκύλα, έτοιμη να εξοντώσει την παράλυτη αδερφή της. Ούτε το μονίμως τρομαγμένο σαν μάσκα πρόσωπο της Τζόαν Κρόφορντ που δεν αλλάζει έκφραση ακόμη και όταν η κάμερα δεν την κοιτάει, νιώθοντας στα σωθικά της την απειλή της αδερφής της. Είναι κυρίως ο τρόπος με τον οποίο και οι δύο αυτές θρυλικές γυναίκες υπερβάλλουν τόσο ερμηνευτικά που τελικά αυτό που υποδύονται είναι τελικά κάτι πιο πολύπλοκο από μια καρικατούρα, κάτι πιο πολυδιάστατο από τους εαυτούς τους, κάτι που στα όρια ανάμεσα στη σάτιρα και το πραγματικά σοβαρό μοιάζει να κλείνει μέσα του όλη την αγριότητα της ανθρώπινης κατάστασης, έτσι όπως την βίωσαν μέχρι εκείνη τη στιγμή δύο γυναίκες εγκλωβισμένες οριστικά και αμετάκλητα στη θηριωδία του star system που τις αποθέωσε.
Μπροστά στη σαρωτική, εξουθενωτική και bigger than life μονομαχία τους, όμως, ο Ολντριτς δεν κάθεται ακίνητος. Εκμεταλλευόμενος εξαιρετικά την κλειστοφοβική, παρηκμασμένη έπαυλη μέσα στην οποία ζουν ως απομεινάρια της κοινωνίας και της ζωής οι δύο αδερφές, χτίζει στο ίδιο τέμπο το σασπένς πάνω σε δύο πόλους: από τη μία στην αγωνία του τι ακριβώς θα συμβεί κάθε φορά που η Τζέιν ανεβαίνει στο δωμάτιο της Μπλανς και από την άλλη στην παράνοια της Τζέιν καθώς πιστεύει ότι μπορεί να επιστρέψει στην ενεργό δράση, προβάροντας τα ίδια κομμάτια που τραγουδούσε όταν ήταν παιδί – θαύμα. Και σε μια σειρά από σκηνές ανθολογίας, με κορυφαία αυτή του αποτρόπαιου δείπνου που θα προσφέρει σε ένα δίσκο η Τζέιν στην Μπλανς, ο Ολντριτς χτίζει αργά, σταθερά και με τον ίδιο σαδισμό με τον οποίο αναπνέουν οι πρωταγωνίστριες του, ένα εφιαλτικό σύμπαν που ασφυκτιά μέσα στο τραγικό της ίδια της γελοιότητας του. Γκρεμίζοντας με τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο μπορεί – αυτόν της υπέρτατης υπερβολής – το αμερικάνικο όνειρο, έτσι όπως αυτό διαγράφεται πάνω στο πρόσωπο της Μπέιμπι Τζέιν που, σαν μνημείο ενός ένδοξου παρελθόντος που ξεχάστηκε από τον χρόνο καταλήγοντας αστείο και τρομακτικό μαζί, καθρεφτίζει ταυτόχρονα το μελαγχολικό τέλος μιας ολόκληρης εποχής. Για το Χόλιγουντ, το σινεμά, τον ίδιο τον κόσμο που έμπαινε πλέον βαθιά μέσα στα 60s, κουβαλώντας τις αποτυχίες του με μια υπόσχεση εκδίκησης που, δυστυχώς, στην πραγματική ζωή δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι τόσο εξωφρενικά απολαυστική όσο το «What Ever Happened to Baby Jane?». Η επιλογή του να γυρίσει σε ασπρόμαυρο φιλμ την ταινία, αποδεικνύεται ευφυέστατη, αφού για όποιον την έχει δει, είναι αυτονόητο ότι το χρώμα, θα λειτουργούσε αρνητικά, τονίζοντας τα “λάθος” πράγματα. Η επιλογή του επίσης, να χρησιμοποιήσει εξπρεσιονιστικά στοιχεία (το κουδούνι υπηρεσίας, το τηλέφωνο, το κουδούνι της πόρτας), όπως και μια υποβλητική μουσική, όπου είναι απαραίτητη, αποτελεί κι αυτό ένα συν στο υπόλοιπο σύνολο.
Ειρωνικά ο Ολντριτς, κλείνει την ταινία με μια σεκάνς δίπλα στη θάλασσα, όπου το βλέμμα χάνεται στη γενναιοδωρία του ορίζοντα. Το πανοραμικό πλάνο του τέλος εμποδίζει οριστικά το βλέμμα του θεατή από να διεισδύσει σε λεπτομέρειες.
Πρόκειται για την απόλυτη ταινία μίσους, αντιζηλίας και εκδίκησης όλων των εποχών με δύο εκρηκτικές σταρ που ακόμη και εκτός στούντιο μισούνταν θανάσιμα! Εκπληκτική ατμόσφαιρα από το μεγάλο και σχετικά παραγνωρισμένο μάστορα ταινιών δράσης και έντασης Ρόμπερτ Όλντριτς, 5 υποψηφιότητες Όσκαρ (κέρδισε 1 για τα κοστούμια), Υποψηφιότητες Bafta και Χρυσής Σφαίρας, επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Κανών και μεγάλη επιτυχία στην εποχή της.
Η θρυλική κόντρα των δύο σταρ
Η Μπέτι Ντέιβις δέχτηκε να συμπρωταγωνιστήσει μαζί με την μεγάλη της αντίπαλο Τζόαν Κρόφορντ στην ταινία του Ρόμπερτ Όλντριτς, πιστεύοντας ότι ο ρόλος της Μπέιμπι Τζέιν Χάτσον, ως πρώην παιδί θαύμα, θ´αναβίωνε την καριέρα της και θα είχε απήχηση στο κοινό που είχε λατρέψει το Ψυχώ του Χίτσκοκ δυο χρόνια πριν.
Αφού διάβασε το σενάριο της ταινίας, η Κρόφορντ ζήτησε από την Ντέιβις να συνεργαστούν. Η Ντέιβις με την σειρά της πήγε στον σκηνοθέτη της ταινίας, Ρόμπερτ Όλντριτς και του έκανε μόνο δύο ερωτήσεις. Ποια από τις δύο ηθοποιούς θα υποδυόταν την Μπέιμπι Τζέιν και αν η Κρόφορντ κοιμόταν μαζί του.
Χρόνια νωρίτερα είχε βγει η φήμη ότι η Τζόαν συνήθιζε να κοιμάται με παραγωγούς και σκηνοθέτες των ταινιών που πρωταγωνιστούσε. Παρότι το κλίμα ήταν ήρεμο, γρήγορα η έχθρα των δύο γυναικών έφτασε στο απόγειό της. Η Κρόφορντ εκείνη την εποχή ήταν παντρεμένη με τον γενικό διευθυντή της «Πέπσι Κόλα» και είχε στο καμαρίνι της ένα ψυγείο γεμάτο με αναψυκτικά της εταιρείας. Στον αντίποδα, στο καμαρίνι της Ντέιβις υπήρχε ψυγείο της «Κόκα Κόλα»! Η Τζόαν έστελνε συχνά δώρα στο συνεργείο της ταινίας με την Ντέιβις να της στέλνει ραβασάκι με το μήνυμα «ΚΟΨΕ ΤΙΣ ΒΛΑΚΕΙΕΣ». Και οι δυο τηλεφωνούσαν στον σκηνοθέτη κάνοντας παράπονα η μία για την άλλη, ενώ στα γυρίσματα επικρατούσε πανικός….
Σε μία σκηνή η Ντέιβις έπρεπε να χτυπήσει την Κρόφορντ. Η Τζόαν, φοβούμενη ότι θα τη χτυπήσει στα αλήθεια, ζήτησε αντικαταστάτρια. Ωστόσο, για ένα κοντινό πλάνο έπρεπε να παίξει η ίδια. Η Ντέιβις όντως χτύπησε την Κρόφορντ στο κεφάλι, αν και ποτέ δεν το παραδέχτηκε. Σε συνέντευξή της μετά το τέλος των γυρισμάτων αποκρίθηκε πως «η καλύτερη στιγμή μου με την Τζόαν ήταν όταν χρειάστηκε να την σπρώξω σε κάτι σκάλες». Η Κρόφορντ όμως πήρε την εκδίκησή της. Η Ντέιβις είχε πρόβλημα με τη μέση και για τις ανάγκες της ταινίας έπρεπε να αρπάξει την Κρόφορντ και να τη σύρει κατά μήκος ενός δωματίου. Η Τζόαν λοιπόν, γέμισε τις τσέπες της με πέτρες με αποτέλεσμα η Ντέιβις να ουρλιάζει από τους πόνους καθώς την τραβούσε….
Το έργο «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν (1962)» ήταν μια τεράστια εμπορική επιτυχία. Η Ντέιβις προτάθηκε για ένα ακόμη Όσκαρ, η Κρόφορντ όχι. Το βράδυ της απονομής, η Ντέιβις σίγουρη για τον τρίτο αγαλματίδιο, σβήνει το τσιγάρο της, δίνει την τσάντα της στον συνοδό της και περιμένει την ανακοίνωση του ονόματός της. Στο άκουσμα της νικήτριας, η Ντέιβις κοκαλώνει. Το Όσκαρ κερδίζει τελικά η Ανν Μπάνκφορτ για την ταινία «Μάνα Κουράγιο». Το τελειωτικό χτύπημα έρχεται λίγα δευτερόλεπτα αργότερα όταν η Κρόφορντ παρακάμπτει την Ντέιβις λέγοντάς της «Με συγχωρείτε αγαπητή μου, αλλά έχω ένα Όσκαρ να παραλάβω!». Η Κρόφορντ είχε συνεννοηθεί με τις υπόλοιπες υποψήφιες σε περίπτωση που η Ντέιβις δεν κερδίσει το Όσκαρ να απουσιάζουν, ώστε να παραλάβει η Τζόαν τον πολυπόθητο Όσκαρ εκ μέρους τους! Η Ντέιβις αργότερα σχολίασε:Αν είχα κερδίσει το Όσκαρ, η ταινία μας θα έκανε επιπλέον εισπράξεις ένα εκατομμύριο δολάρια. Η Τζόαν χάρηκε που δεν κέρδισα.
Δύο χρόνια αργότερα, οι δυο σταρ επιχείρησαν να συνεργαστούν ξανά για την ταινία «Το μυστικό της Σάρλοτ». Η Ντέιβις, μην έχοντας ξεχάσει το σκηνικό των Όσκαρ, με τη συμπεριφορά της ανάγκασε την Κρόφορντ να παραιτηθεί, η οποία δήλωσε ασθένεια και απέσυρε την συνεργασία της. Την θέση της πήρε η Ολίβια Ντε Χάβιλαντ. Αν και δεν ξανασυνεργάστηκαν σε καμία ταινία, η αντιζηλία των δύο γυναικών δεν έσβησε ποτέ. Το 1977 η Τζόαν Κρόφορντ πέθανε από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Όταν ρωτήθηκε η Μπέτι Ντέιβις πώς αισθάνεται για την είδηση θανάτου της αιώνιας αντιπάλου της απάντησε: «Δεν πρέπει ποτέ να λέμε άσχημα πράγματα για τους νεκρούς, μόνο ωραία. Η Τζόαν Κρόφορντ πέθανε…ΩΡΑΙΑ!»…
Πληροφορίες από theatrecomments.weebly.com
Δείτε το trailer παρακάτω
Δείτε ολόκληρη την ταινία με Αγγλικούς υπότιτλους
Πηγή εικόνας thetelegraph