Τζόαν Φοντέιν: η «μούσα» του Χίτσκοκ
Η Τζόαν Φοντέιν ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός βρετανικής καταγωγής, μικρότερη αδερφή της επίσης ηθοποιού Ολίβια Ντε Χάβιλαντ, με την οποία είχαν πάντα ανταγωνιστική σχέση. Στις 5 δεκαετίες καριέρας έπαιξε σε πάνω από 45 ταινίες κατά την χρυσή εποχή του Χόλυγουντ. Ιστορικά έγινε κορυφαία σταρ της δεκαετίας του 1940. Τιμήθηκε με το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ «Υποψίες», η μοναδική που κερδίζει Όσκαρ για ταινία του Χίτσκοκ.
Η οικογένεια της Τζόαν Φοντέιν
Η Τζόαν Φοντέιν ή Τζόαν Ντε Μποβουάρ Ντε Χάβιλαντ, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στο Τόκιο της Ιαπωνίας στις 22 Οκτωβρίου του 1917 από Βρετανούς γονείς. Ο πατέρας της, Γουόλτερ Αουγκούστους Ντε Χάβιλαντ, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και εργάστηκε ως καθηγητής στο Imperial University του Τόκιο πριν γίνει δικηγόρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η μητέρα της, Λίλιαν Αουγκούστα Ριζ Ντε Χάβιλαντ Φοντέιν σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης στο Λονδίνο και έγινε θεατρική ηθοποιός. Άφησε όμως την καριέρα της κι ακολούθησε τον σύζυγό της στο Τόκιο. Το ζευγάρι παντρεύτηκε το 1914 κι εκτός από την Τζόαν απέκτησε ένα χρόνο νωρίτερα κι άλλη μια κόρη, την Ολίβια, επίσης ηθοποιό.
Ενώ η Ολίβια ήταν υγιής και ζωηρή, η Τζόαν ταλαιπωρούνταν συχνά από ασθένειες. Κατάφερε να επιζήσει από μηνιγγίτιδα ενώ ανέπτυξε και αναιμία μετά από συνδυασμό ιλαράς και στρεπτοκοκκικής λοίμωξης. Οι γιατροί συμβούλεψαν την οικογένεια να μεταφερθούν στις ΗΠΑ, όπου το κλίμα θα βοηθούσε το άρρωστο παιδί. Κατά τη διάρκεια του μεγάλου ταξιδιού από την Ιαπωνία η Ολίβια προσβλήθηκε από αμυγδαλίτιδα κι έτσι αποφάσισαν να σταματήσουν στο Σαν Φρανσίσκο για να αναρρώσει. Εκεί όμως αρρωσταίνει η Τζόαν από πνευμονία. Αποφάσισαν να εγκατασταθούν στην Σαρατόγκα, μια πόλη κοντά στο Σαν Φρανσίσκο, όπου η υγεία των κοριτσιών βελτιώθηκε σημαντικά. Κι ενώ βρισκόταν εκεί, το 1919, ο Γουόλτερ Ντε Χάβιλαντ εγκατέλειψε την οικογένειά του για χάρη της Γιαπωνέζας Yuki Matsukura. Η Λίλιαν είχε ανακαλύψει ότι ο σύζυγός της χρησιμοποιούσε για χρόνια τις υπηρεσίες από τις γκέισες. Το διαζύγιό τους οριστικοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1925. Αμέσως μετά ο Ντε Χάβιλαντ παντρεύτηκε την Matsukura ενώ και η Λίλιαν τον Απρίλιο του 1925 παντρεύτηκε τον Τζορτζ Μίλαν Φοντέιν.
Η Τζόαν σπούδασε στο κοντινό Λύκειο Los Gatos και σύντομα παρακολουθούσε μαθήματα λεκτικής δίπλα στην Ολίβια. Όταν έγινε 16 ετών επέστρεψε στην Ιαπωνία για να ζήσει με τον πατέρα της. Εκεί παρακολούθησε το Σχολείο του Τόκιο για Ξένα Παιδιά, από όπου αποφοίτησε το 1935.
Το ντεμπούτο της Τζόαν Φοντέιν
Η μητέρα τους, ως ηθοποιός, ήλπιζε να μεταδώσει αυτό το όνειρο και στις κόρες της. Ενώ η Ολίβια ξεκίνησε ως ηθοποιός, η Τζόαν πήγε να ζήσει στο Τόκιο. Όταν επέστρεψε στην Καλιφόρνια μετά την αποφοίτηση της, η αδερφή της ήταν ήδη γνωστή ηθοποιός. Η Τζόαν μπήκε σε μια θεατρική ομάδα στο Σαν Χοσέ και μετά πήγε στο Λος Άντζελες για να δοκιμάσει την τύχη της. Η μητέρα της δεν την άφηνε να χρησιμοποιήσει το οικογενειακό όνομα, όπως η Ολίβια, κι έλεγε ότι δεν θα μπορούσε να συνεργαστεί με τη Warner Bros., γιατί ήταν το στούντιο της Ολίβια. Αυτό ήταν και η αρχή για την κόντρα μεταξύ των δύο αδερφών, που θα κρατούσε μια ζωή. Αφού μετακόμισε η Τζόαν στο Λος Άντζελες, αρχικά χρησιμοποιούσε το όνομα Τζόαν Μπέρφιλντ επειδή δεν ήθελε να προσβάλει την Ολίβια.
Η Τζόαν Φοντέιν, ο Σέλζνικ, ο Χίτσκοκ και τα Όσκαρ
Κάποια βραδιά σε ένα δείπνο η Τζόαν Φοντέιν κατάληξε να κάθεται δίπλα σε ένα από τους ισχυρότερους άντρες του Χόλυγουντ, τον παραγωγό Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ. Οι δυο τους άρχισαν να κουβεντιάζουν για το μυθιστόρημα της Δάφνης Ντι Μοριέ «Ρεβέκκα», το οποίο ο Σέλζνικ προσπαθούσε να προσαρμόσει για την οθόνη. Γοητευμένος από την Τζόαν Φοντέιν, την ρώτησε αν θα ενδιαφερόταν να περάσει από οντισιόν για τον ρόλο της πρωταγωνίστριας.
Η κινηματογραφική προσαρμογή της «Ρεβέκκα» ήταν ένα από τα πιο αναμενόμενα έργα στο Χόλυγουντ και τόσο ο Σέλζνικ όσο και ο σκηνοθέτης Άλφρεντ Χίτσκοκ ήταν αποφασισμένοι να το κάνουν σωστά. Η μέχρι τώρα πορεία της Τζόαν Φοντέιν έδειχνε ότι δεν τα κατάφερνε σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Για το λόγο αυτό την έβαλαν σε εξαντλητικά δοκιμαστικά για 6 μήνες, μαζί με εκατοντάδες άλλες ηθοποιούς, μέχρι να καταφέρει να πάρει το ρόλο λίγο πριν κλείσει τα 22. Ήταν η πρώτη πρωταγωνίστρια του Χίτσκοκ που δεν ήταν ξανθιά.
Τα γυρίσματα της ταινίας ήταν γεμάτα εντάσεις. Ο Σέλζνικ και ο Χίτσκοκ μάλωναν για τον δημιουργικό έλεγχο της ταινίας. Και ο συμπρωταγωνιστής της Τζόαν Φοντέιν όμως, Λόρενς Ολίβιε, της συμπεριφέρθηκε απαίσια. Ήθελε να παίξει τον ρόλο η σύντροφός του, Βίβιαν Λι, κι όταν δεν τα κατάφερε, τα έβαλε με την Φοντέιν.
Η ταινία κυκλοφόρησε το 1940 και σηματοδότησε το αμερικανικό ντεμπούτο του Βρετανού Άλφρεντ Χίτσκοκ. Έλαβε λαμπρές κριτικές και η Τζόαν Φοντέιν προτάθηκε για Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, η πρώτη της υποψηφιότητα μόλις στα 23. Δεν το κέρδισε όμως καθώς εκείνη την χρονιά το βραβείο πήρε η Τζίντζερ Ρότζερς για την «Κίτι Φόιλ».
Την επόμενη χρονιά είναι η σειρά της Τζόαν Φοντέιν να κερδίσει το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, για την ταινία του Χίτσκοκ «Suspicion», δίπλα στον Κάρι Γκραντ. Ήταν η μόνη βραβευμένη με Όσκαρ ερμηνεία για ταινία που σκηνοθέτησε ο Χίτσκοκ. Ανάμεσα στις αντιπάλους της ήταν και η αδερφή της με την ταινία «Αύριο δε θα ξημερώσει».
Το 1942 η 20th Century Fox δανείστηκε την Τζόαν Φοντέιν για την ταινία «This Above All» δίπλα στον Tyrone Power.
Το 1943 πήγε στην Warner Brothers για να πρωταγωνιστήσει δίπλα στον Charles Boyer στο ρομαντικό δράμα «Πεθαίνω από αγάπη» του Έντμουντ Γκούλντινγκ. Για αυτή την ταινία κέρδισε την τρίτη και τελευταία της υποψηφιότητα για Όσκαρ. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε επίσης στην ταινία «Jane Eyre», που αναπτύχθηκε από τον Σέλζνικ και στην συνέχεια πουλήθηκε στην Fox.
Η Τζόαν Φοντέιν το 1944 πρωταγωνίστησε στην ταινία «Frenchman’s Creek», που κι αυτή βασίστηκε σε μυθιστόρημα της Δάφνης Ντι Μοριέ. Αυτή ήταν μια από τις λιγότερο αγαπημένες της από αυτές που συμμετείχε. Το 1944 ο Σέλζνικ πρότεινε στην Τζόαν να συμμετέχει στην ταινία «I’ll Be Seeing You», αλλά εκείνη αρνήθηκε λέγοντας ότι είχε βαρεθεί να παίζει την θλιμμένη. Ο Σέλζνικ θύμωσε με αυτή την συμπεριφορά και ανέστειλε την Τζόαν Φοντέιν για 8 μήνες. Επιστρέφει στην δουλειά το 1945 με την κωμωδία «The Affairs of Susan» του Hal Wallis στην Paramount. Επέστρεψε στην RKO το 1946 για την ταινία «From This Day Forward».
Η Τζόαν Φοντέιν ιδρύει την Rampart Productions
Τον Αύγουστο του 1946 η Τζόαν Φοντέιν μαζί με τον τότε σύζυγό της, William Dozier, ίδρυσε την δική της εταιρία παραγωγής, την Rampart Productions. Το συμβόλαιο που είχε με τον Σέλζνικ έληξε τον Φεβρουάριο του 1947 και στην συνέχεια θα δούλευε αποκλειστικά για την Rampart εκτός από μια ταινία το χρόνο που θα έκανε για την RKO.
Η πρώτη της ταινία με την δική της εταιρία ήταν το θρίλερ «Ivy» το 1947. Η ταινία αυτή ήταν μια από τις δύο στις οποίες έπαιξε και η μητέρα της, Λίλιαν, όταν επέστρεψε στο επάγγελμα. Το 1948 εμφανίστηκε στην ταινία «Γράμμα από μια Άγνωστη Γυναίκα», σε σκηνοθεσία Max Ophüls και παραγωγή John Houseman, με συμπρωταγωνιστή τον Louis Jourdan. Η ταινία αυτή δημιουργήθηκε από την Rampart Productions και κυκλοφόρησε μέσω της Universal. Σήμερα θεωρείται μια από τις κλασικές ταινίες και μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας της.
Το 1948 γύρισε για την Paramount την ταινία «The Emperor Waltz» του Billy Wilder, με τον Bing Crosby. Στην συνέχεια πήγε στην Universal για να γυρίσει άλλη μια ταινία για την Rampart, το «You Gotta Stay Happy», μια κωμωδία του 1948 με τον James Stewart. Το 1948 έπαιξε και στην ταινία «Kiss the Blood Off My Hands» με τους Burt Lancaster, Nathan Juran και Bernard Herzbrun. Το 1950 γίνεται για την RKO μια femme fatale στην ταινία «Born to Be Bad».
Η Τζόαν Φοντέιν γύρισε για την Paramount ακόμα τις ταινίες «September Affair» το 1950 με τον Joseph Cotten, «How Could You!» το 1951 και «Something to Live For» το 1952, την τρίτη της ταινία με τον Τζορτζ Στίβενς.
Το 1952 η MGM προσέλαβε την Τζόαν Φοντέιν για να παίξει το ερωτικό ενδιαφέρον του πρωταγωνιστή στην ταινία «Ιβανόης», που σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Το 1953 ξαναβρέθηκε με τον Jourdan στην ταινία «Decameron Nights» και μετά πήγε στην Paramount για την χαμηλού προϋπολογισμού ταινία «Flight to Tangier» με τον Jack Palance.
Η καριέρα σε θέατρο και τηλεόραση
Από την δεκαετία του 1950 και μετά, η κινηματογραφική καριέρα της Τζόαν Φοντέιν άρχισε να φθίνει κι έτσι στράφηκε περισσότερο προς το θέατρο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Το 1954 συμμετείχε ως Λάουρα στο θεατρικό έργο «Τσάι και Συμπάθεια» στο Μπρόντγουεϊ, παίζοντας τον ρόλο της Ντέμπορα Κερ δίπλα στον Άντονι Πέρκινς. Το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1960 η Τζόαν Φοντέιν εμφανίστηκε κυρίως στην τηλεόραση ή το θέατρο. Τον Οκτώβριο του 1964 επιστρέφει στο Μπρόντγουεϊ για να εμφανιστεί στο έργο «A Severed Head». Στο Μπρόντγουεϊ έπαιξε επίσης και στο έργο «Σαράντα Καράτια».
Από τις λίγες ταινίες που έκανε αυτή την περίοδο ξεχωρίζουν το 1953 το «The Bigamist», σε σκηνοθεσία Ida Lupino, το 1956 «Μεγάλη Νύχτα του Καζανόβα» και μετά το «Σερενάτα» με τον Μάριο Λάντζα, το 1957 η μεγάλη επιτυχία «Island in the Sun» και «Until They Sail» με τους Πολ Νιούμαν και Τζιν Σίμονς, το 1958 το «A Certain Smile», το 1961 το «Ταξίδι στον Βυθό της Θάλασσας» και το 1962 το «Tender Is the Night».
Η τελευταία ταινία της Τζόαν Φοντέιν ήταν η ταινία τρόμου του 1966 «The Witches», γνωστή κι ως «The Devil’s Own». Στην ταινία αυτή ήταν συμπαραγωγός.
Την δεκαετία του 1970 η Τζόαν Φοντέιν συνέχισε τις εμφανίσεις στο θέατρο. Το 1978 επιστρέφει στο Χόλυγουντ μετά από 15 χρόνια για να εμφανιστεί σε ένα επεισόδιο του Cannon με τίτλο «The Users» που γράφτηκε ειδικά για εκείνη. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και την βιογραφία της με τίτλο « No Bed of Roses».
Το 1980 η Τζόαν Φοντέιν ήταν υποψήφια για βραβείο Emmy για τη σαπουνόπερα «Ryan’s Hope». Το 1982 ήταν πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Το 1986 πρωταγωνίστησε στα «Aloha Paradise», «Bare Essence» και «Crossings» και πρωταγωνίστησε στην τηλεοπτική ταινία «Dark Crossings» αντικαθιστώντας τη Loretta Young.
Ο τελευταίος ρόλος της καριέρας της Τζόαν Φοντέιν ήταν για την τηλεόραση στην τηλεοπτική ταινία του 1994 «Good King Wenceslas».
Για την συνεισφορά της η Τζόαν Φοντέιν έχει ένα αστέρι στη Hollywood Walk of Fame στην οδό 1645 Vine Street.
Η αδερφική αντιπαλότητα
Η Τζόαν Φοντέιν και η μεγαλύτερη αδερφή της Ολίβια Ντε Χάβιλαντ είναι τα μόνα αδέρφια που έχουν κερδίσει Όσκαρ πρωταγωνιστικού ρόλου. Η Ολίβια όμως ήταν η πρώτη από τις δύο που έγινε ηθοποιός. Όταν αποφάσισε και η Τζόαν να γίνει ηθοποιός, η μητέρα τους απαγόρευσε στην Τζόαν να χρησιμοποιήσει το οικογενειακό όνομα.
Ο βιογράφος Charles Higham γράφει ότι οι δυο αδερφές είχαν μια δύσκολη σχέση από πολύ μικρές. Η Ολίβια έσκιζε τα ρούχα που έπρεπε να φορέσει η Τζόαν, αναγκάζοντάς τη να τα ράψει ξανά. Η τριβή μεταξύ των αδερφών φαίνεται να ενισχύθηκε κι από το ότι η μητέρα έδειχνε να είναι η Ολίβια το αγαπημένο της παιδί.
Κατά τον Β ‘Παγκόσμιου Πόλεμο, και οι δύο έγιναν περιστασιακά βοηθοί νοσοκόμοι.
Το 1942 και οι δυο αδερφές προτάθηκαν για Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου αλλά κέρδισε η Τζόαν Φοντέιν. Σύμφωνα με την περιγραφή του Higham, καθώς η Τζόαν Φοντέιν προχωρούσε να παραλάβει το βραβείο της, απέρριψε επιδεικτικά τις προσπάθειες της Ολίβια Ντε Χάβιλαντ να τη συγχαρεί κι εκείνη ντροπιάστηκε και προσβλήθηκε από αυτή την συμπεριφορά. Η Τζόαν Φοντέιν όμως στην αυτοβιογραφία της περιγράφει ότι παρέλυσε από την έκπληξη όταν κέρδισε και η αδερφή της την ώθησε να σηκωθεί και να το παραλάβει. Η Ολίβια Ντε Χάβιλαντ θυμόταν αυτό το περιστατικό και πήρε την εκδίκησή της από την Τζόαν Φοντέιν όταν εκείνη περίμενε με απλωμένο χέρι, καθώς είχε προσβληθεί από ένα σχόλιο της Φοντέιν για τον σύζυγο της Ντε Χάβιλαντ.
Παρόλα αυτά όμως και παρότι ο τύπος τις ήθελε μακριά, ο δυο αδερφές συνέχισαν να έχουν σχέσεις και μετά την δεκαετία του 1940. Μετά το διαζύγιο της Φοντέιν το 1952 η Ντε Χάβιλαντ την επισκέπτονταν συχνά στο διαμέρισμά της στη Νέα Υόρκη και τουλάχιστον μια φορά πέρασαν εκεί μαζί τα Χριστούγεννα, το 1961. Φωτογραφήθηκαν μαζί γελαστές σε ένα πάρτι για τη Μαρλέν Ντίτριχ το 1967. Η Φοντέιν επίσης επισκέφτηκε την Ντε Χάβιλαντ στο Παρίσι.
Οι δυο αδερφές ανταγωνιζόταν και στον έρωτα. Ο εκκεντρικός εκατομμυριούχος Χάουαρντ Χιουζ είχε για κάποιο διάστημα σχέση με την Ολίβια ντε Χάβιλαντ. Όμως ζήτησε αρκετές φορές από την Τζόαν Φοντέιν να τον παντρευτεί.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι δυο αδερφές δεν σταμάτησαν τελείως να μιλούν μέχρι το 1975. Τότε αρρώστησε η μητέρα τους, Λίλιαν, από καρκίνο. Η Ντε Χάβιλαντ ήθελε η 88χρονη μητέρα τους να χειρουργηθεί ενώ η Φοντέιν δεν το θεωρούσε καλή ιδέα. Τελικά η Λίλιαν πέθανε ενώ η Τζόαν Φοντέιν βρισκόταν σε περιοδεία με ένα θεατρικό έργο. Ισχυρίστηκε ότι η αδερφή της δεν την ενημέρωσε ποτέ για τον θάνατο της μητέρας τους και μάλιστα έκανε την κηδεία χωρίς αυτήν. Η Ντε Χάβιλαντ όμως ισχυρίστηκε ότι έστειλε ένα τηλεγράφημα στην αδερφή της, αλλά χρειάστηκαν δύο εβδομάδες για να φτάσει και μέχρι τότε είχε γίνει και η κηδεία. Είπε επίσης ότι η Φοντέιν είχε αρνηθεί να παραστεί στο μνημόσυνο για τη μητέρα τους, λέγοντας ότι ήταν πολύ απασχολημένη για να παραβρεθεί, με την Φοντέιν να ισχυρίζεται ότι δεν προσκλήθηκε ούτε στο μνημόσυνο. Συνέχισε μάλιστα λέγοντας ότι αν και οι δυο πρώην σύζυγοί της προσκλήθηκαν να διαβάσουν εγκώμια για την μητέρα της, ούτε εκείνη αλλά ούτε και η κόρη της Ντέμπορα έλαβαν πρόσκληση. Η Τζόαν Φοντέιν αισθάνθηκε ακόμα μεγαλύτερη προδοσία όταν ανακάλυψε ότι οι κόρες της είχαν κρυφά φιλικές σχέσεις με την Ντε Χάβιλαντ.
Οι δυο αδερφές αρνήθηκαν να σχολιάσουν δημόσια την σχέση τους. Ωστόσο, σε μια συνέντευξη το 1979 η Τζόαν Φοντέιν είπε για τον ανταγωνισμό με την αδερφή της:
«Παντρεύτηκα πρώτη, κέρδισα το Όσκαρ πριν το κάνει η Ολίβια, και αν πεθάνω πρώτη, αναμφίβολα θα εκνευριστεί γιατί την κέρδισα!»
Η προσωπική ζωή της Τζόαν Φοντέιν
Η Τζόαν Φοντέιν είχε διπλή υπηκοότητα. Ήταν Βρετανίδα εκ γενετής, αφού και οι δυο γονείς την ήταν Βρετανοί, και τον Απρίλιο του 1943 έγινε Αμερικανίδα πολίτης. Εκτός από την υποκριτική, είχε πάρει άδεια πιλότου, ήταν καταξιωμένη διακοσμήτρια εσωτερικών χώρων κι επίσης εξαιρετική σεφ.
Η Τζόαν Φοντέιν συνολικά παντρεύτηκε 4 φορές. Είχε όμως και έντονη ερωτική ζωή πέρα από τους γάμους της. Στα 20 της χρόνια γνώρισε τον πρώτο ερωτικό της σύντροφο, τον ηθοποιό Conrad Nagel, περίπου 20 χρόνια μεγαλύτερό της, όταν ήταν σε ένα ταξίδι για το κυνήγι πάπιας.
Το 1939 γνώρισε τον Βρετανό ηθοποιό Μπράιαν Άχερν κι έγιναν ζευγάρι. Εκείνος της πρότεινε να παντρευτούν και όρισε και ημερομηνία. Το προηγούμενο βράδυ του γάμου όμως η Τζόαν Φοντέιν έλαβε ένα τηλεφώνημα από έναν φίλο του Άχερν, ο οποίος την ενημέρωνε ότι ο Άχερν δεν θα πήγαινε στο γάμο. Έξαλλη εκείνη είπε στον φίλο ότι δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσει να περιμένει στην εκκλησία και καλύτερα θα ήταν να βρίσκεται εκεί. Θα παντρευόταν κι ας χώριζαν μετά. Έτσι λοιπόν, το ζευγάρι παντρεύτηκε την επόμενη, στις 20 Αυγούστου 1939, στο παρεκκλήσι του St. John’s στο Del Monte της Καλιφόρνια, και δεν ξαναμίλησαν γι’ αυτό το περιστατικό. Χώρισαν τελικά 5 χρόνια μετά, το 1944, και το διαζύγιό τους οριστικοποιήθηκε στις 14 Ιουνίου 1945.
Μετά το γάμο της με τον Άχερν, η Τζόαν Φοντέιν έκανε σχέση με τον ηθοποιό και παραγωγό John Houseman. Στο Χόλυγουντ το έβλεπαν ως «ρομάντζο», δηλαδή κοιμόντουσαν κάποια βράδια την εβδομάδα μαζί, τους καλούσαν σε πάρτι μαζί, έφευγαν μαζί τα Σαββατοκύριακα μερικές φορές μιλούσαν για γάμο χωρίς να το εννοούν πραγματικά.
Στις 2 Μαΐου 1946 η Τζόαν Φοντέιν παντρεύτηκε τον ηθοποιό, παραγωγό και τηλεοπτικού συγγραφέα William Dozier στην πόλη του Μεξικού. Στις 5 Νοεμβρίου 1948 απέκτησαν μια κόρη, την Ντέμπορα Λέσλι, το μοναδικό βιολογικό παιδί της Τζόαν Φοντέιν. Την επόμενη χρονιά η Φοντέιν υπέβαλε αίτηση διαζυγίου, κατηγορώντας τον Dozier ότι έφυγε. Οι δυο τους είχαν διαμάχη για την επιμέλεια της κόρης τους, που κράτησε μέχρι την δεκαετία του 1950. Το διαζύγιο οριστικοποιήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1951.
Ενώ βρισκόταν στη Νότια Αμερική για ένα φεστιβάλ κινηματογράφου το 1951, η Τζόαν Φοντέιν συνάντησε τη Μαρτίτα Παρέχα, ένα τετράχρονο κορίτσι από το Περού, και την υιοθέτησε ανεπίσημα. Η Φοντέιν συνάντησε την Μαρτίτα ενώ επισκεπτόταν τα ερείπια των Ίνκας, όπου ο πατέρας της Μαρτίτα εργαζόταν ως επιστάτης. Οι γονείς της Μαρτίτα επέτρεψαν στην Φοντέιν να γίνει ο νόμιμος κηδεμόνας του κοριτσιού, για να του δώσουν ένα καλύτερο μέλλον. Η Τζόαν Φοντέιν από την πλευρά της υποσχέθηκε στους γονείς ότι θα φρόντιζε να επιστρέψει η Μαρτίτα όταν θα γινόταν 16 ετών. Η Τζόαν Φοντέιν μεγάλωσε την Μαρτίτα μαζί με την κόρη της. Όταν πλησίαζαν τα 16 χρόνια της Μαρτίτα, η Φοντέιν της αγόρασε ένα εισιτήριο μετ’ επιστροφής για το Περού. Το κορίτσι δήλωσε ότι δεν ήθελα να επιστρέψει στο Περού και η Τζόαν Φοντέιν έγινε έξαλλη. Είπε στο κορίτσι ότι θα έμοιαζε με ψεύτρα κι εκείνη επέλεξε να το σκάσει πριν την στείλουν πίσω στο Περού. Μετά από αυτό το περιστατικό Φοντέιν και Μαρτίτα αποξενώθηκαν για αρκετά χρόνια. Κατά την προώθηση της αυτοβιογραφίας της το 1978, η Τζόαν Φοντέιν αναφέρθηκε σε αυτό το θέμα λέγοντας ότι η Μαρτίτα θα ξαναγίνει ευπρόσδεκτη στο σπίτι της αφού επιστρέψει για να δει τους γονείς της. Εκείνη τους το υποσχέθηκε και δεν συγχωρεί κάποιον που την κάνει να παραβεί τον λόγο της.
Η Τζόαν Φοντέιν έκανε τον τρίτο της γάμο στις 12 Νοεμβρίου 1952 με τον παραγωγό και συγγραφέα ταινιών Collier Young. Έμειναν μαζί μέχρι το Μάιο του 1960, η Τζόαν Φοντέιν υπέβαλε αίτηση διαζυγίου τον Νοέμβριο του 1960 και το διαζύγιο οριστικοποιήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 1961.
Ακολούθησε ένας ακόμα γάμος, ο 4ος και τελευταίος για την Τζόαν Φοντέιν. Στις 27 Ιανουαρίου 1964 παντρεύτηκε με τον εκδότη του περιοδικού Sports Illustrated, Άλφρεντ Ράιτ Τζούνιορ, στο Elkton του Maryland. Χώρισαν τον Ιούνιο του 1969.
Η Τζόαν Φοντέιν είχε πει ότι δεν σκόπευε να παραμείνει παντρεμένη για όλη της τη ζωή, καθώς είχε μεγαλώσει σε ένα διαλυμένο σπίτι και η ιδέα της μονιμότητας του γάμου την αηδίαζε. Υποστήριξε ότι υπήρξαν άντρες που της πρόσφεραν δυο φορές 1 εκατομμύριο δολάρια για να τους παντρευτεί κι εκείνη αρνήθηκε.
Άλλες γνωστές σχέσεις της Τζόαν Φοντέιν ήταν με τον Adlai Stevenson και τον Χάουαρντ Χιουζ. Με τον Stevenson είχαν μια τρυφερότητα που γρήγορα εξελίχθηκε σε κάτι σοβαρό. Ο Τύπος έκανε εικασίες για τον γάμο τους κι έτσι μια μέρα, που γευμάτιζαν στο διαμέρισμα του Stevenson στους Πύργους Waldorf της είπε ότι δεν μπορούσε να παντρευτεί μια ηθοποιό καθώς είχε πολιτικές φιλοδοξίες και οι ψηφοφόροι του δεν θα το ενέκριναν. Σύμφωνα με την Φοντέιν, λοιπόν, κι εκείνη του απάντησε ότι ήταν εντάξει με αυτό αφού ούτε και η δική της οικογένεια θα ενέκρινε τον γάμο της με ένα πολιτικό.
Για τον Χάουαρντ Χιουζ η Τζόαν Φοντέιν είχε αναπτύξει έντονα συναισθήματα αλλά ήταν τρομοκρατημένη πολύ περισσότερο από την κακή του φήμη. Στην πραγματικότητα η αδερφή της, η Ολίβια Ντε Χάβιλαντ, ήταν εκείνη που είχε σχέση με τον Χιουζ. Ο Χάουαρντ Χιουζ όμως ένα βράδυ σε ένα πάρτι έκανε την κίνησή του προς την Τζόαν Φοντέιν. Αφού εκείνη τον απέρριψε, εκείνος πήγε στην Ντε Χάβιλαντ να της πει τι είχε κάνει και της έδειξε και το σημείωμα που είχε δώσει με τον αριθμό του τηλεφώνου του. Αντί να θυμώσει με τον Χιουζ η Ντε Χάβιλαντ έγινε έξαλλη με την Φοντέιν. Ακόμα χειρότερα, ο Χάουαρντ Χιουζ έκανε άλλες δυο φορές πρόταση γάμου στην Τζόαν Φοντέιν.
Ο θάνατος σε βαθιά γηρατειά
Η Τζόαν Φοντέιν, στις αρχές του 1980, και μετά από 25 χρόνια στην Νέα Υόρκη, αποσύρθηκε στο κτήμα της, τη Villa Fontana, στο Carmel Highlands της Καλιφόρνια. Εκεί περνούσε το χρόνο της στους κήπους της και με τα σκυλιά της.
Στις 15 Δεκεμβρίου 2013 η Τζόαν Φοντέιν πέθανε στον ύπνο της από φυσικά αίτια σε ηλικία 96 χρόνων, στο σπίτι της στο Carmel Highlands. Ο επί χρόνια φίλος της Noel Beutel είπε ότι είχε σβήσει τις τελευταίες μέρες και πέθανε ειρηνικά. Μετά τον θάνατο της Φοντέιν, η Ολίβια Ντε Χάβιλαντ, με την οποία ήταν ακόμα αποξενωμένες, δήλωσε ότι ήταν σοκαρισμένη και λυπημένη από τα νέα.
Πληροφορίες από maxmag.gr
Πηγή χαρακτηριστικής εικόνας newsbeast