Τζόαν Κρόφορντ: η αμφιλεγόμενη σταρ του Χόλιγουντ
Άφησε εποχή υποδυόμενη σκληρές και αριβίστριες γυναίκες, αλλά και με την αιώνια διαμάχη της με το άλλο ‘’ιερό τέρας’’ του παγκόσμιου σινεμά, Bette Davis. Κάποιοι την αγάπησαν, άλλοι τη μίσησαν και τη θεώρησαν μία σκληρή γυναίκα χωρίς συναισθήματα και εγωπαθή. Αλλά η αλήθεια είναι μία και δεν αλλάζει: η Joan Crawford (23 Μαρτίου 1904 – 10 Μαΐου 1977), ανήκει στις σπουδαιότερες γυναίκες ηθοποιούς όλων των εποχών. Η υποκριτική της δεινότητα θαυμάζεται και επαινείται ακόμα και σήμερα. Ό,τι και αν ήταν, δεν μπορείς να αμφισβητήσεις το γεγονός πως ήταν απόλυτα πιστή και αφοσιωμένη στη δουλειά της, την οποία αγάπησε με πάθος.
Η Crawford διέθετε όλα αυτά που χρειάζεται μία σταρ: ταλέντο, αφοσίωση στην υποκριτική τέχνη, την ικανότητα να δημιουργεί ένα μύθο γύρω από το όνομά της, ομορφιά, ήταν μία ολοκληρωμένη ηθοποιός. Δεν ήταν ποτέ η γλυκιά και καλοσυνάτη γυναίκα που πληρεί το πρότυπο της κοινωνικής συμμόρφωσης σε κοινωνικές επιταγές, δεν ήταν η παραδοσιακή γυναίκα που περίμενε έναν άνδρα για να αισθανθεί ολοκληρωμένη, ακόμα και αν ερωτευόταν, παρέμενε γυναίκα και δε γινόταν ιδιοκτησία. Σε μία εποχή που οι γυναίκες δεν τολμούσαν να είναι εντελώς ανεξάρτητες, εκείνη το επιθυμούσε, ανεξαρτητοποιούμενη εντελώς από τη γνώμη που σχημάτιζαν οι άλλοι για αυτήν. Ήταν μία μέγαιρα και το απολάμβανε, δίνοντας στη γυναίκα την ευκαιρία να κατακτήσει μία υψηλότερη θέση στο κινηματογραφικό είδος του φιλμ νουάρ και να ξεφύγει από την κοινωνική επιταγή που τη θέλει πάντοτε χαμηλών τόνων, περισσότερο υποτακτική και γλυκιά.
Καριέρα
Ξεκίνησε την καριέρα της ως χορεύτρια σε διάφορες θεατρικές εταιρείες. Προτού όμως γίνει χορεύτρια στο Μπρόντγουεϊ, η Κρόφορντ υπέγραψε το 1925 συμβόλαιο με τη Metro-Goldwyn-Mayer, όπου είχε μικρούς ρόλους σε κάποιες ταινίες του βωβού κινηματογράφου. Η επιτυχία έφτασε το 1928 με το Our dancing daughters με το οποίο έγινε μια από τις μεγαλύτερες σταρ της Metro. Την δεκαετία του 1930 η φήμη της Κρόφορντ ανταγωνίστηκε την φήμη των συναδέλφων της Νόρμα Σίρερ και Γκρέτα Γκάρμπο. Ενσάρκωσε σκληρά εργαζόμενες νεαρές γυναίκες που βρίσκουν την επιτυχία και τον έρωτα. Τρεις από αυτές τις ταινίες έλαβαν θετική αποδοχή από το κοινό και έγιναν δημοφιλείς στις γυναίκες.
Η Κρόφορντ έγινε ένα από τα πιο εξέχοντα αστέρια του κινηματογράφου στο Χόλιγουντ και μια από τις πιο ακριβοπληρωμένες γυναίκες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 οι ταινίες της Κρόφορντ άρχισαν να χάνουν χρήματα. Παρ’ όλα αυτά, η καριέρα της σταδιακά βελτιώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1940 και το 1945 έκανε μια ηχηρή επιστροφή, όταν πρωταγωνίστησε στην ταινία Θύελλα σε μητρική καρδιά (Mildred Pierce), για την οποία κέρδισε το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου. Έλαβε υποψηφιότητες για το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για τις ταινίες Τα λύτρα του πόνου (Possessed, 1947) κι Πύρινος εφιάλτης (Sudden Fear, 1952).
Συνέχισε να εμφανίζεται στον κινηματογράφο και την τηλεόραση καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και του 1960. Γνώρισε τεράστια επιτυχία με την εξαιρετικά πετυχημένη ταινία τρόμου Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν; (What Ever Happened to Baby Jane, 1962), στην οποία συμπρωταγωνίστησε με την Μπέτι Ντέιβις, την μεγαλύτερή της αντίπαλο.
Στη δεκαετία 60 με 70, η ίδια είχε πατήσει τα εξήντα και πλησίαζε προς το τέλος της καριέρας της. Όχι μόνο επειδή μεγάλωνε και δεν είχε πια τη σωματική αντοχή και την καλή υγεία ώστε να αφοσιώνεται σε γυρίσματα. Αλλά επειδή έπρεπε κάποτε να υπάρξει και μία αυλαία στο χώρο στον οποίο αφοσιώθηκε ολόψυχα για περισσότερες από έξι δεκαετίες.
Η Κρόφορντ ακολούθησε μία υποκριτική οδό που τράβηξαν και άλλες μεγάλες σταρ του κλασικού κινηματογράφου, όπως η Μπέτι Ντέιβις και η Μπάρμπαρα Στάνγουικ όταν πλησίαζαν στο τέλος της καριέρας τους: πρωταγωνίστησε σε ταινίες τρόμου. Η ίδια είχε δείξει πως μπορεί να υποστηρίξει αυτό το είδος (για όσους έχουν δει το κλασικό Sudden Fear), και οι παραγωγές στις οποίες έπαιξε ήταν αξιόλογες.
Mommie Dearest
Στην προσωπική της ζωή η Κρόφορντ παντρεύτηκε τέσσερις φορές. Οι πρώτοι τρεις γάμοι της κατέληξαν σε διαζύγιο, ενώ ο τελευταίος διήρκεσε μέχρι τον θάνατο του συζύγου της, Άλφρεντ Στιλ. Υιοθέτησε πέντε παιδιά, ένα από τα οποία ζητήθηκε πίσω από τη βιολογική του μητέρα. Η σχέση της Κρόφορντ με τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της, Κριστίνα και Κρίστοφερ, ήταν πικρή. Μάλιστα η Κρόφορντ αποκλήρωσε αυτά τα δύο παιδιά και μετά τον θάνατό της, η Κριστίνα έγραψε ένα αρκετά γνωστό «τα λέω όλα» βιβλίο με τον τίτλο Mommie Dearest (1978). Το βιβλίο αυτό μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με πρωταγωνίστρια τη Φέι Ντάναγουει, ενώ στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο Αποκαλύψεις για μια γυναίκα το 1981.
Το Mommie Dearest, περιλάμβανε τους ισχυρισμούς της κόρης της Κριστίνας, πως η μετέπειτα μητέρα της, ασκούσε συναισθηματική βία στην ίδια και τον αδερφό της Κρίστοφερ επειδή ενδιαφερόταν περισσότερο για την καριέρα της παρά για τον ρόλο της ως μητέρα. Πολλοί από τους φίλους και συναδέλφους της Κρόφορντ, συμπεριλαμβανομένων των Βαν Τζόνσον, Αν Μπλάιθ, Μίρνα Λόι, Κάθριν Χέπμπορν, Σεζάρ Ρομέρο, Γκάρι Γκρέι, Ντάγκλας Φέρμπανκς Τζούνιος (πρώτος σύζυγος της Κρόφορντ) και οι άλλες δυο μικρότερες κόρες της Κρόφορντ – Κάθι και Σίντνι – κατήγγειλαν το βιβλίο και αρνήθηκαν κατηγορηματικά οποιοδήποτε είδος βίας.
Ωστόσο άλλοι συνάδελφοι της Κρόφορντ, συμπεριλαμβανομένων των Μπέτι Χάτον, Έλεν Χέιζ, Τζέιμς Μακάρθουρ (γιος της Χέιζ), Τζουν Άλισον, Λιζ Σμιθ, Ρεξ Ριντ και Βίνσεντ Σέρμαν ανέφεραν ότι είχαν γίνει μάρτυρες κάποιας μορφής βίαιης συμπεριφοράς. Ο γραμματέας της Κρόφορντ, Jeri Binder Smith, επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς της Κριστίνα.
Η Τζόαν Κρόφορντ πέθανε από καρδιακή προσβολή, στις 10 Μαΐου του 1977 στο διαμέρισμά της στην Ανατολική 68η Οδό. Το 1999 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην δέκατη θέση στην λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ του Χόλιγουντ όλων των εποχών.
Πηγή χαρακτηριστικής εικόνας el.wikipedia