Τζον Χιούστον (1906-1987)
Ο Τζον Χιούστον (John Huston) είναι ένας θρύλος του Αμερικανικού κινηματογράφου – ένας ολοκληρωμένος κινηματογραφιστής, μετρ των σκληρών σύγχρονων αφηγήσεων , στα πλαίσια ενός ανδροκρατούμενου κόσμου.
Γιος του ηθοποιού Γουόλτερ , εργάστηκε ως ζωγράφος και σεναριογράφος πριν αποκτήσει φήμη μ’ ένα δυνατό σκηνοθετικό ντεμπούτο στο φιλμ νουάρ «Το Γεράκι της Μάλτας» (Maltese Falcon, 1941). Ήταν η πρώτη από τις πολλές συνεργασίες του με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, τον θρυλικό πρωταγωνιστή του Χόλιγουντ, που χρησιμοποίησε για την ενσάρκωση του κυνικού, βαριεστημένου απ’ τον κόσμο, σύγχρονου ήρωα. Δούλεψε ξανά μαζί του στην «Βοή της Καταιγίδας» (Key Largo, 1948), στην «Βασίλισσα της Αφρικής» (The Africa Queen , 1952) και στον «Θησαυρό της Σιέρρα Μάντρε» (The Treasure of Sierra Madre, 1948).
Τα έργα του Χιούστον διακρίνονται για την καθαρή, σκληρή αφήγηση, τα φωτεινά, μακρινά πλάνα και την τάση να καταπιάνονται με αμφιλεγόμενα θέματα, παρόλο που το δοκίμιο του για τον Εμφύλιο Πόλεμο «The Red Badge of Courage» (1951), δεν ευχαρίστησε το στούντιο.
Αν και η δεκαετία του ΄60 δεν ήταν πολύ τυχερή για τον Χιούστον, μπόρεσε να κάνει μερικές καλές ταινίες , όπως «Η Νύχτα της Ιγκουάνα» (1964) και «οι Ανταύγειες σε χρυσά μάτια» (1967), που παραδόξως θεωρούσε την πιο αγαπημένη του.
Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80, ξαναβρήκε την παλιά του φόρμα με τις ταινίες «Ο άνθρωπος που θα γινόταν Βασιλιάς» (1975), το παράξενο θρησκευτικό αριστούργημα «Wise Blood» (1979) και την μαύρη κωμωδία «Η τιμή των Πρίτζι» (1985).
Κατά το τέλος της καριέρας του άρχισε να αναλαμβάνει και κινηματογραφικούς ρόλους σε ταινίες άλλων σκηνοθετών ξεκινώντας το 1963 με την ταινία του Ότο Πρέμινγκερ «Ο καρδινάλιος» (The Cardinal), όπου υποδύθηκε το ρόλο ενός καρδινάλιου, σε μια ερμηνεία που σύμφωνα με τον Πρέμινγκερ έκλεψε την παράσταση και του χάρισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.
Άλλος αξιομνημόνευτος ρόλος του ήταν εκείνος του επιχειρηματία Νόα Κρος στο φιλμ νουάρ του Ρόμαν Πολάνσκι «Τσάιναταουν» (Chinatown, 1974). Ο Χιούστον δήλωνε ότι του άρεσε η υποκριτική αλλά δήλωνε επίσης ότι δεν την έπαιρνε στα σοβαρά. Ήταν περήφανος για τις ερμηνείες του στις ταινίες: «Μάχη στον πλανήτη των πιθήκων» (Battle for the Planet of the Apes, 1973), «Τσάιναταουν» και «Δυναστεία δολοφόνων» (Winter Kills, 1979).
Μετά από μια καριέρα γεμάτη βροντώδη κλασικά έργα, έφυγε με μια όμορφη, εσωτερική νότα , σκηνοθετώντας μια συγκινητική ταινία χαμηλών τόνων , τους «Δουβλινέζους» (1987).