Μάρλον Μπράντο: ο κορυφαίος ηθοποιός και σταρ της μεγάλης οθόνης
Ο Μάρλον Μπράντο (Marlon Brando) υπήρξε ένας από τους πλέον σημαντικούς Αμερικανούς ηθοποιούς του 20ού αι. Οι εξαιρετικές του υποκριτικές ικανότητες φάνηκαν σε ταινίες που σκηνοθέτησε ο Ελληνοαμερικανός Ελία Καζάν την δεκαετία του 1950, όπως το «Λεωφορείον ο Πόθος» και «Το Λιμάνι της Αγωνίας».
Το δραματικό ύφος του ωραίου, ασυμβίβαστου και καταστρεπτικού ή αυτοκαταστροφικού νέου, που εισήγαγε ο Μπράντο, επηρέασε πολλούς μεταγενέστερους Αμερικανούς ηθοποιούς, όπως ο Τζέιμς Ντιν, ο Πωλ Νιούμαν και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον έχει κατατάξει τέταρτο στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους άνδρες σταρ όλων των εποχών.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Μπράντο ήταν αντισυμβατικός και ατίθασος από μικρή ηλικία και πολλές φορές οι ρόλοι που επέλεγε να ενσαρκώσει εξομοιώνονταν με αυτή τη πλευρά του εαυτού του. Γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1924, στη Νεμπράσκα των ΗΠΑ, από πατέρα μικροεπιχειρηματία και μητέρα ηθοποιό. Οι γονείς του ήταν αλκοολικοί και λογομαχούσαν πολύ συχνά, ενώ ο πατέρας του ήταν συχνά βίαιος και αδιάφορος με τα παιδιά και τη γυναίκα του, με αποτέλεσμα να χωρίσουν όταν εκείνος ήταν 11 ετών.
Αφού η συμπεριφορά του τον έδιωξε από δυο σχολεία και τον στρατό, μετακόμισε μαζί με τις δυο μεγαλύτερες αδερφές του στη Νέα Υόρκη κι εκεί παρακολούθησε μαθήματα στη σχολή της Στέλλα Άντλερ και του Λι Στράσμπεργκ, όπου γνώρισε τον σκηνοθέτη Ελία Καζάν.
Μετά από μια αποτυχημένη εμφάνιση στο Μπρόντγουεϊ, ερμήνευσε για πρώτη φορά τον ρόλο που ταυτίστηκε με τα αρρενωπά χαρακτηριστικά του, αυτόν του Στάνλεϊ Κοβάλσκι στο θεατρικό του καθηγητή του στη σχολή, Ελία Καζάν.
Αρχή καριέρας και ο ορισμός ως sex symbol
Η καριέρα στο Χόλιγουντ ξεκίνησε το 1950 με την ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν «Το κορμί μου σου ανήκει» και την επόμενη χρονιά με την κινηματογραφική μεταφορά του «Λεωφορείον ο Πόθος», με την οποία προτάθηκε για το πρώτο του Όσκαρ, όμως ήταν ο μόνος ηθοποιός του καστ που δεν κέρδισε βραβείο ερμηνείας εκείνη τη χρονιά!
Αργότερα, πρωταγωνίστησε ως αγρότης στο «Βίβα Ζαπάτα» και ως Ιούλιος Καίσαρας στην ομώνυμη ταινία, ώσπου έλαβε το πρώτο του βραβείο Όσκαρ το 1954 για τον ρόλο του Τέρρυ Μαλλόυ στο «Λιμάνι της αγωνίας», ερμηνεία που θεωρούσε ως την καλύτερη της καριέρας του. Έγινε ο απόλυτος κινηματογραφικός γόης, ενώ «εισέβαλε» στα δωμάτια των νεαρών κοριτσιών ως sex symbol της εποχής, όταν έπαιξε τον κεντρικό ρόλο στη ταινία «Ο Ατίθασος», όπου οδηγεί τη θρυλική μοτοσικλέτα Triumph Boneville, φορώντας ένα δερμάτινο μπουφάν.
«Νονός» και «Αποκάλυψη Τώρα»
Μετά από μια σειρά αποτυχημένων ταινιών που απλά είχαν ως σκοπό την αύξηση του χρηματικού του κασέ, ο Μπράντο συμμετείχε την δεκαετία του ’70, σε δυο ταινίες αριστουργήματα της 7ης τέχνης, τον «Νονό» και το εμβληματικό πολεμικό θρίλερ «Αποκάλυψη Τώρα», του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Αν και οι ρόλοι δεν ήταν μεγάλοι σε διάρκεια και διάλογο, αποτελούσαν σημαντικό κομμάτι στην ουσία των ταινιών.
Για τον «Νονό» κέρδισε το δεύτερο βραβείο Όσκαρ της καριέρας του, όμως δεν παρευρέθηκε στην απονομή, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την κακομεταχείριση των αυτοχθόνων Ινδιάνων από το Χόλιγουντ. Μάλιστα, έστειλε μια ιθαγενή της φυλής των Απάτσι για να αρνηθεί εκ μέρους του το βραβείο.
Δεν σταμάτησε όμως να προκαλεί, αφού οι αυτοκαταστροφικές του τάσεις που προκάλεσε η παχυσαρκία και το αλκοόλ, έκαναν δύσκολες τις συνεργασίες του με τους σκηνοθέτες και τους συνεργάτες του στο σετ. Για παράδειγμα, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση, όπου ο Κόπολα του διάβαζε τις ατάκες από το ακουστικό στο «Αποκάλυψη Τώρα», καθώς δεν ήταν σε θέση να τις απομνημονεύσει. Επίσης, ο ρόλος τον ήθελε γεροδεμένο και αθλητικό, όμως με το βάρος του να υπερβαίνει τα 150 κιλά, ο Κόπολα αποφάσισε να τραβάει κοντινά και σκοτεινά πλάνα στο πρόσωπό του, ώστε να μη φαίνεται το σώμα του.
«Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι»
Την ίδια χρονιά που κυκλοφόρησε ο «Νονός», ο Μπράντο πρωταγωνίστησε στο «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι», του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, μια ταινία που προκάλεσε αντιδράσεις για μια σκηνή βιασμού. Σύμφωνα με την συμπρωταγωνίστρια του Μαρία Σνάιντερ, ο Μπράντο είχε συμφωνήσει κρυφά με τον σκηνοθέτη για την επίμαχη σκηνή, κάτι που έφερε σε πολύ δύσκολη θέση την ηθοποιό και την έκανε να κλάψει πραγματικά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, όπως φαίνεται και στην τελική σκηνή που περιέχει η ταινία.
Ο μύθος του Μπράντο άρχισε ήδη να καταρρέει, με τον ίδιο να συμμετέχει σε ταινίες μόνο για τις χρηματικές απολαβές. Ήταν ο πρώτος ηθοποιός που είχε σπάσει το όριο του ενός εκατομμυρίου δολαρίου για ταινία και έβγαλε μάλιστα, 37 εκατομμύρια δολάρια για μία 3λεπτη εμφάνιση στην ταινία «Σούπερμαν» το 1978. Άλλωστε, δεν του άρεσε ποτέ ιδιαίτερα η ταμπέλα του «σταρ» ή του «ωραίου».
Επιβάρυνση υγείας και τελευταίες στιγμές
Στην επιβάρυνση της υγείας του συνέβαλλε ένα τρομερό έγκλημα που συγκλόνισε την ψυχολογία του για πάντα. Ο πρωτότοκος γιος του Κρίστιαν καταδικάστηκε σε φυλάκιση δέκα ετών για την δολοφονία του εραστή της εγκύου ετεροθαλούς αδερφής του Τσεγιέν, το 1990, ενώ η δεύτερη αυτοκτόνησε πέντε χρόνια μετά, σε ηλικία μόλις 25 ετών.
Το ησυχαστήριο του ηθοποιού ήταν το νησί Tetiaroa στην Αϊτή της Καραϊβικής, που αγόρασε το 1967, όταν το ερωτεύθηκε κατά τη διάρκεια γυρισμάτων της ταινίας «Η Ανταρσία του Μπάουντι», όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τη τρίτη γυναίκα του και μητέρα της Τσεγιέν.
Φορτωμένος με υπέρογκα χρέη και υπέρβαρος, έπασχε από σακχαρώδη διαβήτη και καρκίνο του ήπατος, με αποτέλεσμα να αφήσει την τελευταία του πνοή, την 1η Ιουλίου του 2004 στο Ιατρικό κέντρο Ρόναλντ Ρήγκαν του UCLA, στην ηλικία των 80 ετών.
Οι θυελλώδεις έρωτες
Ο Μπράντο είχε μια θυελλώδη προσωπική ζωή, αφού λέγεται ότι διατηρούσε σεξουαλικές σχέσεις με εκατοντάδες γυναίκες και άντρες, στις οποίες περιλαμβάνονταν ονόματα όπως η Μέριλιν Μονρόε, η Ούρσουλα Άντρες, η Ρίτα Μορένο και ο Ρίτσαρντ Πράιορ. Έκανε τρεις γάμους και απέκτησε συνολικά 11 παιδιά.
Σύμφωνα με τον βιογράφο του Γουίλιαμ Μαν, ο Μάρλον Μπράντο χρησιμοποιούσε το περιστασιακό σεξ για να αντισταθμίσει την μοναξιά και κατάθλιψη που ένιωθε από μικρό παιδί, όταν οι γονείς του τον παραμελούσαν. Και οι τρεις γάμοι του ήταν με άσημες ηθοποιούς και όλοι ήταν σύντομοι χάρη στις απιστίες του. Λέγεται ότι η μόνη γυναίκα που αγάπησε ήταν η ηθοποιός Τζιλ Μπάνερ, η οποία αργότερα, έκανε σχέση με τον 18χρονο γιο του Κρίστιαν, προκειμένου να τον εκδικηθεί που την απατούσε. Η Μπάνερ πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα το 1982. Η τελευταία σημαντική σχέση του Μάρλον Μπράντο ήταν με την οικονόμο του, Μαρία Ρουίζ, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά.
Στο ντοκιμαντέρ «Listen to me Marlon» που κυκλοφόρησε το 2015, καταγράφεται η ζωή και καριέρα του ηθοποιού, κατά τη διάρκεια έως και το τέλος της πολυτάραχης ζωής του. Μια ζωή που θα ζήλευαν πολλοί γιατί φαινόταν πως είχε τα πάντα, όμως η αλήθεια κρύβει ένα σωρό από μυστικά, που φαίνεται πως τον βασάνιζαν σαν δαίμονες σε όλη του τη πορεία προς την δόξα και την επιτυχία. Κανείς όμως δεν μπορεί να αρνηθεί το τεράστιο ταλέντο του Μάρλον Μπράντο, που επιβιώνει ακόμη μέσα από αριστουργήματα του σινεμά και μνημονεύουν πολλοί επίδοξοι νέοι ηθοποιοί.
Πηγή: monopoli.gr